Παρασκευή, Μαρτίου 10, 2006

σκέφτομαι και γράφω

Το καλοκαίρι μυρίζουν οι κάδοι και τα σκατά των σκύλων.
Η μαμά δεν μαγειρεύει κι ο μπαμπάς τρώει το προχτεσινό χαλασμένο φαγητό απο την κατσαρόλα. Εγώ όταν κοιμούνται βγαίνω από το σπίτι και πηγαίνω στη θάλασσα γιατι αυτή με φοβίζει και νιώθω όμορφα. Βγάζω τα ρούχα μου και παίζω με τα πετραδάκια. Τα βάζω στον αφαλό μου και παγώνει η κοιλιά μου. Ο βραχος γρατζουνάει τον πισινό μου και το νερό γαργαλάει τα πόδια μου. Το πουλί μου μεγαλώνει και σκέφτομαι πως όταν μεγαλώσω θα μπορώ να το αγγίζω. Όταν γινει σαν του κύριου Πάνου. Ο κύριος Πάνος με γυρνάει σπιτι από την παραλία κάθε φορά που με βρίσκει εκει. Το πουλί του ειναι πάρα πολύ μεγάλο και τριχωτό. Μια φορά με άφησε να το αγγιξω κι απο μαλακό έγινε σκληρό κι ακόμα πιο μεγάλο. Μου είπε πως και το δικό μου θα γίνει έτσι καποτε και πως θα έχω επιτυχία στα κορίτσια. Εγώ θέλω τη Μαρία.