Δευτέρα, Μαΐου 15, 2006


Ο Σήρος και η Έκση. Χωρίς δαχτυλίδια. Χωρίς φαντασία. Τους είδα χτες ή πριν εκατομμύρια χρόνια να χορεύουν στον τοίχο. Τους είδα σε μιαν αντίστροφη αναρρίχιση. Τους γνώρισα κι ήταν σαν να τους γεννούσα. Κομμάτι-κομμάτι. Μέχρι την τελειοποίηση. Μέχρι την επόμενη Δευτέρα. Κι ένα κιβώτιο ζεστές μπύρες περίμενε το πλοίο στο λιμάνι. Σκόνη στις βλεφαρίδες σαν ύπνος. Ο Σήρος με κόκκινο βλέμμα. Η Έκση με κόκκινα πόδια. Ένα νησί νωρίτερα, χίλιες μανάδες. Παιδιών δίχως γενέθλια.
Θα σου χάριζα μια μαγική γέφυρα, Έκση να γυρνάς σπίτι. Θα ζωγράφιζα μπράτσα στο φίλο σου, να σ' αγκαλιάζει. Χέρια να σ' αποχαιρετά. Ήθελες όμως το νερό στο πέλαγο κι όχι στα μάτια.