Τρίτη, Αυγούστου 15, 2006

το νερό γύρω απ' τους βράχους είναι κρύο.
και κάτω από τα πόδια μου γλιστράνε ψάρια. ο γκόμενος του Ν
-είναι μεγάλη ιστορία το πώς γνωρίζω ότι τον λένε Ν-
με κοιτάζει όταν προσποιούμαι ότι δεν τον κοιτώ
και γυρνά το βλέμμα αλλού όταν εγώ τον κοιτάζω.
η άννα, μικρή, έκανε κολύμβηση. κι αυτό φαίνεται από τις βουτιές της.
εγώ δεν έμαθα ποτέ να κάνω μακροβούτια και κατεβαίνω σιγά-σιγά
τα σκαλάκια τις εξέδρας, μέχρι να συνηθίσω τη θερμοκρασία του νερού.
μικρός φοβόμουν και τα βράχια και τα φύκια. τώρα πια
ανοίγω τα μάτια μέσα στο νερό και χαζεύω. η αδερφή μου
που έχει γυρίσει όλον τον κόσμο, λέει πως αυτή είναι
μια από τις ομορφότερες παραλίες που έχει δει.
η μαρία κι η παντούλα ξαπλώνουν στη σκιά.
δεν έχουν συνέλθει από το χτεσινοβραδινό μεθύσι.
ο ήλιος ψήνει τους πλατείς λευκούς βράχους κι
ο θοδωρής το απολαμβάνει καθώς τηγανίζεται η πλάτη του
λίγα μέτρα έξω από το νερό. φορά ένα φρικτό ζευγάρι γυαλιά ηλίου
για να μην τον τυφλώνει το φως και νομίζω πως κρυφά,
ρίχνει ματιές στον γκόμενο του Ν, ο οποίος βουτά στο νερό
και κολυμπά δίπλα μου.
ο Ν κάθεται στην πετσέτα του και βγάζει φωτογραφίες.
είμαι σίγουρος ότι έβγαλε κι εμάς -εμένα και την άννα-
όταν καθόμασταν στις σανίδες τις εξέδρας
με τα πόδια να κρέμονται μέσα στο νερό. η θάλασσα έχει δεκάδες χρώματα.
αλλού είναι πράσινη, αλλού μπλε, αλλού γαλάζια,
προς τον ορίζοντα τη βλέπω που γίνεται μαύρη. η άννα θέλει να βγει.
θέλει να μαυρίσει. κάτσε λίγο ακόμα της λέω. στο νερό μαυρίζεις καλύτερα.
επιμένει. θέλει να ξαπλώσει να ψηθεί κι αυτή.
περπατάμε στην εξέδρα και βλέπω πως τα πόδια μου έχουν αδυνατήσει
και το μαγιό κολλάει ζαρωμένο στα μπούτια μου.
ρίχνω μια ματιά πίσω στο νερό και βλέπω τον γκόμενο του Ν που κολυμπάει.
θέλω να ξαναβουτήξω, να βγάλω το μαγιό μου και να τον τραβήξω από το χέρι και να τον φέρω πίσω από εκείνον εκεί το βράχο. σχεδόν νιώθω τον πόνο στην πλάτη μου καθώς θα χτυπιέται πάνω στην κοφτερή πέτρα, νιώθω το πέος μου να προσπαθεί να σκληρύνει μες στην παγωμένη θάλασσα καθώς θα με φιλάει και θα μπερδεύονται τα σάλια με το αλμυρό νερό. σχεδόν βλέπω το σπέρμα του να επιπλέει στην επιφάνεια, δίπλα στα φύκια που φέρνει το ρεύμα. σχεδόν με μισώ.
ο θοδωρής ακούει μουσική στο κινητό του.
η άννα ξαπλώνει δίπλα του.
ανάβουμε όλοι τσιγάρο και στρέφουμε τα πρόσωπά μας προς τον ήλιο.

3 Comments:

Anonymous Ανώνυμος said...

'Ομορφη εικόνα...Μυρίζει παντού θάλασσα...

8/15/2006 2:23 μ.μ.  
Blogger I have been here before said...

σ' ευχαριστω! καποιοι λενε πως κανω κακο στη θαλασσα που τη φωτογραφιζω ασπρομαυρη. . .

8/15/2006 2:27 μ.μ.  
Anonymous Ανώνυμος said...

Άστους να λένε. Ξέρεις πόσοι μονοχρωματικοί, βλέπουν έγχρωμη τη θάλασσα; Πολλοι !

8/16/2006 2:43 μ.μ.  

Δημοσίευση σχολίου

<< Home